< βρόχιος
2 βροχίς >
1 βροχίς
,
-ίδος, ἡ
lazo
para cazar
, Opp.
C
.2.308,
AP
9.76 (Antip.Sid.)
•
red
para pescar
, Opp.
H
.3.595, Hld.5.18.4,
λύσας δ' ἐκ βροχίδων
de una telaraña
AP
9.372, cf. βρόχος.